Το γνήσιο
ελληνικό γουρούνι δεν είναι ροζ και άτριχο, αλλά μαύρο και μαλλιαρό. Μπορεί να
ζήσει σε όλη την επικράτεια, όπως συνέβαινε παλαιότερα, πριν αντικατασταθεί από
τους εισαγόμενους χοίρους εκτροφής, οι οποίοι αναπτύσσονται γρηγορότερα.
Υπολογίζεται πως σε όλη την Ελλάδα δεν υπάρχουν πια περισσότερα από 2.000 ζώα. Πλήρως προσαρμοσμένο στις εγχώριες συνθήκες, το μαύρο γουρούνι τρέφεται με πουρνάρια, βελανίδια και άλλους καρπούς της ελληνικής υπαίθρου, γεγονός που κάνει το κρέας του ιδιαιτέρα νόστιμο.
Η διαβίωσή του στη δύσβατη ενδοχώρα και τα νησιά δεν του επιτρέπει να αποκτήσει παχύ στρώμα λίπους όπως τα άλλα είδη χοίρων, που δεν κινούνται πολύ. Αυτός είναι και βασικός λόγος που οι περισσότεροι κτηνοτρόφοι προτιμούν τις πιο αποδοτικές ξένες ράτσες ή τις διασταυρώσεις ελληνικών με ξένες.Ο ελληνικός μαύρος χοίρος έχει τις ρίζες του στην Αρχαία Ελλάδα. Ναι, είναι ο χοίρος που γνωρίζουμε από την Οδύσσεια.
Στην φάρμα του Οδυσσέα με χοιροβοσκό τον Εύμαιο Πρόκειται για το ίδιο είδος που πήρε μαζί του ο Μέγας Αλέξανδρος στην εκστρατεία του στην Ασία. Οι Έλληνες μετέφεραν τον μαύρο χοίρο και στις αποικίες της Νότιας Ιταλίας και Σικελίας. Και κάπως έτσι δημιουργήθηκε το πασίγνωστο prosciutto. Και ακόμα ένα πολύ γνωστό αλλαντικό, το ιβηρικό χαμόν (iberico jamon) προέρχεται από την σπάνια, πλέον, αυτή η φυλή.
Δεν είναι μόνο η ιστορία όμως που κάνει τον μαύρο χοίρο μας ξεχωριστό. Το κρέας του έχει ω3 και ω6 λιπαρά οξέα, από τα πιο υγιεινά ζωικά λίπη.
Με λίγα λόγια, ο μαύρος χοίρος μας δίνει ένα γευστικότατο χοιρινό κρέας χωρίς να είναι ένα συμβατικό χοιρινό κρέας.
Υπολογίζεται πως σε όλη την Ελλάδα δεν υπάρχουν πια περισσότερα από 2.000 ζώα. Πλήρως προσαρμοσμένο στις εγχώριες συνθήκες, το μαύρο γουρούνι τρέφεται με πουρνάρια, βελανίδια και άλλους καρπούς της ελληνικής υπαίθρου, γεγονός που κάνει το κρέας του ιδιαιτέρα νόστιμο.
Η διαβίωσή του στη δύσβατη ενδοχώρα και τα νησιά δεν του επιτρέπει να αποκτήσει παχύ στρώμα λίπους όπως τα άλλα είδη χοίρων, που δεν κινούνται πολύ. Αυτός είναι και βασικός λόγος που οι περισσότεροι κτηνοτρόφοι προτιμούν τις πιο αποδοτικές ξένες ράτσες ή τις διασταυρώσεις ελληνικών με ξένες.Ο ελληνικός μαύρος χοίρος έχει τις ρίζες του στην Αρχαία Ελλάδα. Ναι, είναι ο χοίρος που γνωρίζουμε από την Οδύσσεια.
Στην φάρμα του Οδυσσέα με χοιροβοσκό τον Εύμαιο Πρόκειται για το ίδιο είδος που πήρε μαζί του ο Μέγας Αλέξανδρος στην εκστρατεία του στην Ασία. Οι Έλληνες μετέφεραν τον μαύρο χοίρο και στις αποικίες της Νότιας Ιταλίας και Σικελίας. Και κάπως έτσι δημιουργήθηκε το πασίγνωστο prosciutto. Και ακόμα ένα πολύ γνωστό αλλαντικό, το ιβηρικό χαμόν (iberico jamon) προέρχεται από την σπάνια, πλέον, αυτή η φυλή.
Δεν είναι μόνο η ιστορία όμως που κάνει τον μαύρο χοίρο μας ξεχωριστό. Το κρέας του έχει ω3 και ω6 λιπαρά οξέα, από τα πιο υγιεινά ζωικά λίπη.
Με λίγα λόγια, ο μαύρος χοίρος μας δίνει ένα γευστικότατο χοιρινό κρέας χωρίς να είναι ένα συμβατικό χοιρινό κρέας.
Πηγή www.real.gr
από:
ΦΑΡΜΑ ΛΑΦΙΩΤΑΚΗ - LAFIOTAKI'S FARM·ΤΕΤΑΡΤΗ, 27 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2017
από:
ΦΑΡΜΑ ΛΑΦΙΩΤΑΚΗ - LAFIOTAKI'S FARM·ΤΕΤΑΡΤΗ, 27 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2017
Η φάρμα Λαφιωτάκη εκτρέφει σε
ιδιόκτητη έκταση 120 στρεμμάτων,100% Ελληνικό εγχώριο μαύρο χοίρο σπάνιας
ελληνικής φυλής πιστοποιημένο από το Κέντρο γενετικής βελτίωσης ζώων του
Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Η φάρμα βρίσκεται σε υψόμετρο 750
μ, κοντά στην λίμνη Τριχωνίδα και αποτελεί το ιδανικό περιβάλλον εκτροφής του,
γνωστού από την αρχαιότητα για το θρεπτικό του κρέας, μαύρου χοίρου.
Πίσω από το υποβλητικό όνομα
ελληνικός "μαύρος χοίρος" βρίσκεται ένας γνώριμος από τα παλιά: η πιο
αρχαία ράτσα χοίρου που έγινε οικόσιτη στον ελλαδικό χώρο, αλλά και η πιο
κοινή, τουλάχιστον μέχρι τη δεκαετία του '60. Οικιακή φυλή και όχι αγριόχοιρος
-παρ' ό,τι έχει ομοιότητες με αυτόν στην εμφάνιση- αποτελεί είδος προς
εξαφάνιση, μαζί με άλλες αυτόχθονες φυλές ζώων. Η, μάλλον, αποτελούσε, θα
λέγαμε με αισιόδοξη διάθεση. Γιατί χάρις στην πρωτοβουλία ορισμένων Ελλήνων
κτηνοτρόφων, που ξεκίνησαν πριν μερικά χρόνια ένα πρόγραμμα διάσωσης και
εκτροφής του (και την ουσιαστική υποστήριξη των αρμόδιων φορέων), κατέληξε
σήμερα να έχει "καθαρίσει" γενετικά η ράτσα του και μάλιστα να
διατίθεται το κρέας του στην κατανάλωση.
Ας ξεκινήσουμε, όμως, με την ουσία:
γιατί μας ενδιαφέρει ο μαύρος χοίρος, όσον αφορά την κατανάλωσή του. Το ζώο
αυτό, σε αντίθεση με τις άλλες φυλές εκτρεφόμενων χοίρων, αναπτύσσεται με
ημιεκτατική εκτροφή και μεγάλο μέρος της ζωής του το περνάει ελεύθερο σε
ορεινούς βοσκότοπους, με σημαντική τροφή τα βελανίδια. Του δίνουν περισσότερους
μήνες ζωής ενώ έχει λιγότερο βάρος από τις συμβατικές ράτσες όταν θα έρθει η
ώρα να "θυσιαστεί" για να φτάσει στο πιάτο μας. Το πιο κόκκινο κρέας
του έχει ελαφρώς περισσότερο λίπος και είναι πιο "χυμώδες" από τα
γνωστά χοιρινά κρέατα. Το λίπος αυτό θεωρείται γευστικό πλεονέκτημα. Πρόκειται
για ένα λίπος που περιέχει μέχρι και 50% μονοακόρεστα λιπαρά, όπως το
α-λινολεϊκό οξύ.
Ο μαύρος χοίρος είναι αρχαίος
κάτοικος Μεσογείου. Τα ίχνη της φυλής του στον ελλαδικό χώρο φτάνουν μέχρι 9000
χρόνια π.Χ.! Το κοπάδι του Οδυσσέα, που φύλαγε ο πιστός χοιροβοσκός Εύμαιος
είναι ένα παράδειγμα ύπαρξης της φυλής στα χρόνια του Ομήρου. Υπάρχουν, λοιπόν,
κτηνοτρόφοι -που θα τους έλεγες και ρομαντικούς- που αντί να κυνηγούν τις
σύγχρονες βελτιωμένες και πιο αποδοτικές φυλές βάλθηκαν να σώσουν από την
εξαφάνιση την αρχαία αυτόχθονη φυλή. Επισκέφτηκαν χώρες της Μεσογείου με
συγγενείς φυλές μαύρου χοίρου, προκειμένου να δουν και να πάρουν τεχνογνωσία.
Η μαύρη φυλή γουρουνιών έχει να
επιδείξει διασημότητες υψηλής γαστρονομικής αξίας στις μεσογειακές χώρες, οι
οποίες έχουν κοινό τον αρχαίο πρόγονο. Μια από αυτές, η περίφημη Nero di
Nebrodi της Σικελίας ταξίδεψε αποδεδειγμένα εκεί με τους Ελληνες αποίκους στην
αρχαιότητα. Από την πασίγνωστη Patta Negra της Ισπανίας, που δίνει και το
διάσημο hamόn iberico, μέχρι το Porcu Neru, το μαύρο της Κορσικής, ή την
ιταλική cinta Senese όλα τα μαύρα γουρουνάκια αποτελούν μέρος της διατροφικής
πολιτιστικής κληρονομιάς της Μεσογείου. Δεν περιμένει κανείς ότι θα δει ξαφνικά
να παράγεται το "μέλαν ακροκώλιον" των προγόνων μας σε επίπεδο
αντίστοιχο ενός prosciutto San Daniele. Μπορούμε να πούμε ότι ο μαύρος χοίρος
αποτελούσε μέρος της ζωής της ελληνικής αγροτικής οικογένειας ανελλιπώς από την
αρχαιότητα μέχρι τη δεκαετία του '60! Μέχρι τότε, κάθε οικογένεια, στις περισσότερες
επαρχίες του ελλαδικού χώρου, έτρεφε όλο το χρόνο τον χοίρο της. Κατοικούσε σε
δικό του χώρο στο στάβλο και αποτελούσε σημαντικό κεφάλαιο στην οικιακή
οικονομία καθώς τα προϊόντα του αποτελούσαν πολύτιμο απόθεμα για όλο το χρόνο.
Η σφαγή του -συνήθως πριν τα Χριστούγεννα ή τις Απόκριες- ήταν ένα γλέντι, τα
γνωστά από τη βυζαντινή εποχή χοιροσφάγια, που σαφώς είχαν τις ρίζες τους στις
αρχαίες θυσίες. Αμέσως άρχιζε η προετοιμασία των κρεάτων (πάστωμα για το κρέας
και διατήρηση με το λίπος του μέσα στα λαΐνια) και των λουκάνικων που
γεμίζονταν και καπνίζονταν στο τζάκι. Αποδείχτηκε πάντα πολύτιμος σε χαλεπούς
χρόνους για τη διατροφή των Ελλήνων. Εξαφανίστηκε σχεδόν απότομα, μέσα στη
δεκαετία του '60, θύμα κι αυτός της μετανάστευσης που ερήμωσε την ελληνική
ύπαιθρο.
Σήμερα,η κάθετη μονάδα φάρμα
Λαφιωτάκη, προσφέρει σε εκείνους που γνωρίζουν την ποιότητα νωπό κρέας ,
προϊόντα άριστης ποιότητας , στην καλύτερη τιμή.
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου